Πισάτις

Πισάτις
Αρχαία χώρα της Ηλείας, που εκτεινόταν έως τις δυτικές υπώρειες της αρκαδικής Φολόης. Σύμφωνα με μαρτυρίες του Στράβωνα περιλάμβανε οκτώ αρχαίες πόλεις, μεταξύ των οποίων η σπουδαιότερη η Πίσα, έδωσε το όνομα στην περιοχή. Άλλες πόλεις της Π. αναφέρονται η Ηράκλεια, η Αρπίνα, το Κικύσιο και το Δυσπόντιο. Η χώρα αυτή κυβερνήθηκε από μεγάλους ηγεμόνες, όπως ο Οινόμαος, ο Πέλοπας και ο Σαλμωνέας. Οι κάτοικοι της Π. έρχονταν σε συνεχείς διαμάχες με τους Ηλείους για την εποπτεία των Ολυμπιακών Αγώνων στο ιερό της Ολυμπίας. Αιτίες κατά καιρούς για τις διαμάχες αυτές ήταν δυσάρεστα γεγονότα που προκάλεσαν οι Πισαίοι σε βάρος των Ηλείων. Αναφέρονται συγκεκριμένα οι περιπτώσεις του Δαμοφώντα και του Πύρρου, τις οποίες οι Πισαίοι κάποτε δε θέλησαν να διαιωνίσουν και αποφάσισαν, μαζί με τους Ηλείους, να διαλέξουν από καθεμιά από τις 16 πόλεις της Ηλείας, μια γυναίκα, με σκοπό να λύσουν τις διαφορές. Οι 16 αυτές γυναίκες συνέβαλαν στη συνδιαλλαγή των δύο χωρών, που όμως αποδείχτηκε προσωρινή. Στη διάρκεια της 52ης Ολυμπιάδας εκδηλώθηκε ρήξη ανάμεσά τους που κατάληξε στην ολοκληρωτική καταστροφή της Πίσας.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • Πισᾶτις — Πισάτης the people of Pisa fem nom sg (doric) Πισᾶτις the people of Pisa fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πισάτης — ὁ, θηλ. πισᾱτις, ιδος, Α [Πίσα] 1. αυτός που προέρχεται ή κατάγεται από την Πίσα 2. (το θηλ. ως κύριο όν.) Πισᾱτις (ενν. γή) χώρα τής βορειοδυτικής Πελοποννήσου με πρωτεύουσα την Πίσα …   Dictionary of Greek

  • Πισᾶτιν — Πισάτης the people of Pisa fem acc sg (doric) Πισᾶτις the people of Pisa fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πισάτιδα — Πισά̱τιδα , Πισάτης the people of Pisa fem acc sg (doric) Πισά̱τιδα , Πισᾶτις the people of Pisa fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πισάτιδας — Πισά̱τιδας , Πισάτης the people of Pisa fem acc pl (doric) Πισά̱τιδας , Πισᾶτις the people of Pisa fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πισάτιδες — Πισά̱τιδες , Πισάτης the people of Pisa fem nom/voc pl (doric) Πισά̱τιδες , Πισᾶτις the people of Pisa fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πισάτιδι — Πισά̱τιδι , Πισάτης the people of Pisa fem dat sg (doric) Πισά̱τιδι , Πισᾶτις the people of Pisa fem dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πισάτιδος — Πισά̱τιδος , Πισάτης the people of Pisa fem gen sg (doric) Πισά̱τιδος , Πισᾶτις the people of Pisa fem gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”